Ταξιδιωτικό 

“Εξόρυξη” στο Χάνι της Γραβιάς

25η Μαρτίου…. Είναι μέρα αργίας κι έχει διπλή σημασία για τους Έλληνες. Είναι θρησκευτική και εθνική γιορτή. Θρησκευτική, γιατί γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου κι εθνική, γιατί η ημέρα αυτή σηματοδοτεί την έναρξη της ελληνικής επανάστασης ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία το 1821…

Έτσι κι εμείς, επιλέξαμε να την τιμήσουμε με τον δικό μας τρόπο. Αποφασίσαμε την Κυριακή 23 Μαρτίου να κάνουμε την εξόρμησή μας στο ηρωικό Χάνι της Γραβιάς , εκεί όπου έλαβε μέρος η Μάχη της Γραβιάς, μία από τις πολεμικές εμπλοκές της επανάστασης του 1821 με νικηφόρα έκβαση για τους Έλληνες.
Στην μάχη αυτή, που έγινε στις 8 Μαΐου του 1821, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με 120 άνδρες νίκησε την στρατιά του Ομέρ Βρυώνη.

Κυριακή πρωί….με πλήρη εξοπλισμό αναβάτη, ελέγξαμε την μηχανή , φορέσαμε τα κράνη και ξεκινήσαμε για το σημείο συνάντησης….

Εκεί μας περίμεναν αρκετά μέλη μας και οι υπόλοιποι Τ- Motoriders έφτασαν ακριβώς στην ώρα τους…Εγγλέζοι βλέπεις..

Ο καιρός σύμμαχός μας κι ο ήλιος έχει ήδη δώσει το φωτεινό παρόν του…

Ξεκινήσαμε ακολουθώντας την παλαιά εθνική οδό Ελευσίνας – Θηβών.

Πριν μπούμε στην Θήβα στρίψαμε αριστερά στην μικρή πλατεία, για να βγούμε στον περιφερειακό δρόμο της πόλης και να βρεθούμε πιο γρήγορα στην μεγάλη ευθεία προς Λειβαδιά.

Πριν την Λειβαδιά, επιλέξαμε να κάνουμε μια μικρή ανασυγκρότηση και να συνεχίσουμε τον δρόμο μας προς Αράχωβα.

Κατά τις 11 η ώρα μπήκαμε στην γραφική Αράχωβα την ώρα που ο κόσμος άρχιζε να κυκλοφορεί. Η Αράχωβα (ή Αράχοβα) είναι μία ορεινή κωμόπολη του Νομού Βοιωτίας . Είναι χτισμένη σε μία πλαγιά του Παρνασσού, που καταλήγει σε μία χαράδρα, στο βάθος της οποίας ρέει ο ποταμός Πλείστος.

Το μέσο υψόμετρο του οικισμού είναι 960 μέτρα. Ο οικισμός βρίσκεται πάνω στην κύρια οδό που συνέδεε από την αρχαιότητα τους Δελφούς και την πεδιάδα της Άμφισσας με την Βοιωτία. Η περιοχή ήταν γνωστή στα χρόνια της Επανάστασης ως “Ράχωβα”, λέξη ελληνικής ρίζας, η οποία προέρχεται από το συνδυασμό “ράχις” και “ωβάς”, κι η οποία χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει την οικιστική ένωση κατοίκων που ζούσαν σε μικρότερα μορφώματα. Η θέση της πάνω σε ένα σημαντικό πέρασμα βοήθησε στην ανάπτυξη της Αράχωβας σε μεγαλύτερο βαθμό από τα γειτονικά της μέρη.. Αποτελεί δημοφιλές χειμερινό θέρετρο, χάρη στην ύπαρξη χιονοδρομικού κέντρου και τη μικρή της απόσταση από την Αθήνα.

Ο δρόμος προς τους Δελφούς και την Ιτέα ήταν μια οδηγική απόλαυση. Οι Δελφοί είναι μια περιοχή με έντονο τουρισμό 10χλμ από την Αράχωβα κι έχει χαρακτηριστεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ. Εκτός του αρχαιολογικού χώρου και του μουσείου, υπάρχει το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο και στην ευρύτερη περιοχή μια σειρά Ιερών Μονών θρησκευτικού ενδιαφέροντος. Οπότε φανταστείτε λόγω υψόμετρου το πράσινο που υπάρχει δεξιά ή αριστερά του δρόμου , όλο στροφές μικρές και μεγάλες, κατηφορικές κι ανηφορικές , χαρίζοντας μας όλες τις αποχρώσεις του πράσινου….

Στην διασταύρωση με την Ιτέα είχαμε μια 2η ανασυγκρότηση μιας και περιμέναμε τον νέο μέλος μας από την Πάτρα.

Προχωρήσαμε προς την Άμφισσα όπου ανεφοδιαστήκαμε για να συνεχίσουμε τον δρόμο μας.

Ο Μπράλος πέρα από τον στριφτερό του δρόμο , καταλήγει στην Γραβιά, διασχίζοντας τον Παρνασσό, που τα βουνά του κρύβουν θησαυρούς.

Ένας από αυτούς, ο βωξίτης που επεξεργασμένος μας δίνει το αλουμίνιο. Ευκαιρίας δοθείσης λοιπόν είπαμε να επισκεφτούμε το μοναδικό θεματικό πάρκο στην Ελλάδα, το μεταλλευτικό πάρκο Φωκίδας (Vagonetto) και να δούμε τα ορυχεία και την εξόρυξη του βωξίτη. Το Vagonetto βρίσκεται στο διάσελο Γκιώνας και Παρνασσού, στο 51ο χλμ. της εθνικής οδού Λαμίας-Άμφισσας, μέσα στο χώρο των εγκαταστάσεων της S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε. Στόχος του Μεταλλευτικού Πάρκου Φωκίδας είναι, όχι μόνο να παρουσιάσει τους χώρους λειτουργίας ενός μεταλλείου, αλλά να ενημερώσει, να ψυχαγωγήσει και να εκπαιδεύσει τις καινούργιες γενιές πάνω στην ιστορία εκμετάλλευσης του βωξίτη και των ανθρώπων που εργάστηκαν σε αυτό, τιμώντας και προβάλλοντας τη μεταλλευτική ιστορία της Φωκίδας.

Λίγο πριν τις 12 φτάσαμε εκεί. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις για το κοινό θύμιζαν σχολείο της δεκαετίας του 70.

Οι υπεύθυνοι ευγενέστατοι μας καλωσόρισαν, μας έδωσαν κάποιες οδηγίες κι αφού πληρώσαμε το εισιτήριο κατευθυνθήκαμε στο πίσω μέρος του κτιρίου

Ένας παλιός ανελκυστήρας μας οδήγησε 20 και πλέον μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης… στην Στοά 850.

Tο όνομά της προέρχεται από το σημείο εισόδου της Στοάς σε σχέση με την επιφάνεια της θάλασσας. Βγαίνοντας από το ασανσέρ, τα μοτοσυκλετιστικά κράνη αντικατασταθήκανε με τα γνωστά κίτρινα κράνη ασφαλείας κι ο ξεναγός μας επιβίβασε σε κίτρινα παλιά βαγονάκια προχωρώντας μας αρκετά προς το βάθος της Στοάς. Εκείνη την στιγμή νιώθαμε σαν να είχαμε μπει σε μια μηχανή του χρόνου και ταξιδεύαμε πίσω , στα χρόνια εκείνα όπου η στοά έσφυζε από κόσμο…φωνές…θορύβους..

Το ταξίδι στο κέντρο της γης μόλις είχε αρχίσει..

Οι T-MOTORIDERS έγιναν για μία ώρα περίπου ανθρακωρύχοι.

Τρύπαγαν για να τοποθετήσουν δυναμίτη ώστε να ανοίξουν δρόμο στις στοές, Ανατίναζαν πετρώματα, έβαζαν υποστηλώματα από ξύλο καρυδιάς σε σαθρά τοιχώματα ώστε να υπάρχει ασφάλεια, γέμιζαν τα βαγόνια με τα πετρώματα και τα έσερναν στις ράγες… και μπήκαν στο «πετσί» του ρόλου του ανθρακωρύχου των περασμένων δεκαετιών αλλά και της σημερινής εξόρυξης..

Ο εξαερισμός ήταν επαρκείς κι ούτε μια φορά δεν νοιώσαμε ανασφαλείς.

Τα πειράγματα έδιναν και έπαιρναν μέσα στα βογονάκια..

Φτάνοντας στο τέρμα της διαδρομής οι συζητήσεις σταμάτησαν με μιας.

Το..τούνελ είχε μία άγρια ομορφιά. Ακούγοντας τον ξεναγό να μας εξιστορεί τον τρόπο με τον οποίον άνοιγαν τα τούνελ και πως οι άνθρωποι δούλευαν σε αντίξοες συνθήκες, αφήσαμε το μυαλό μας να γεμίσει με τις εικόνες εκείνης της εποχής, ζωντανεύοντας μπροστά μας ανθρώπους και καταστάσεις με τα κατάλληλα ηχητικά και εικονικά εφέ.

Έπρεπε όμως κάποια στιγμή να τελειώσει αυτό το υπέροχο ταξίδι μας και να γυρίσουμε στην πραγματικότητα..

Mπαίνοντας στο μουσείο του Vagonetto, βλέποντας και μαθαίνοντας τον τρόπο που επεξεργάζονταν τον βωξίτη, τα χημικά που χρησιμοποιούσαν για να δουν την ποιότητά του, τα μηχανήματα που έκαναν τις μελέτες, οι κανόνες ασφαλείας έτσι ώστε να μην υπάρχουν ατυχήματα κι όλα αυτά τα ακούγαμε ζωντανά με ένα ειδικό <<τηλέφωνο>> που εκεί υπήρχαν όλες οι πληροφορίες φωνητικά.

Ένα υπερσύγχρονο σύστημα ενημέρωσης που μαζί με το όλο εγχείρημα της παρουσίασης και της μετάδοσης των πληροφοριών αξίζουν πολλά μπράβο στους δημιουργούς αλλά και στους συνεχιστές αυτής της προσπάθειας.

Ξαναβάζοντας τα μαύρα, κόκκινα. Άσπρα και μπλε κράνη μας ανεβήκαμε στις μηχανές μας και συνεχίσαμε το δρόμο για την Γραβιά. Ένα χωριό του νομού Φωκίδας και έδρα του ομώνυμου δήμου. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο 400 μέτρων στα βορειοανατολικά του νομού Φωκίδας, στους πρόποδες του Παρνασσού, που στο άκουσμά του και μόνο καταλαβαίνουμε τι στροφές θα υπάρχουν και τι εικόνες ζωγραφίζονται μπροστά μας. Από μακριά φαίνονται οι χιονισμένες κορυφές του βουνού, δίνοντάς μας έτσι το στίγμα ότι είναι ακόμα χειμώνας παρόλο που ο ήλιος μας ζέσταινε δυνατά.

Το χάνι της Γραβιάς και το μαρμάρινο μνημείο του Οδυσσέα Ανδρούτσου, εμφανίστηκαν αγέρωχα μπροστά μας με το που μπήκαμε στο χωριό, συναντώντας έναν ακόμα Τ-MOTORIDER από το Βόλο.

Η υπερηφάνεια και το δέος σε ύψιστο βαθμό, βλέποντας το χώρο που πολέμησαν οι ήρωες του ‘21. Ως Έλληνες κι εμείς, «πολεμιστές» της ζωής, με τις μαύρες τις στολές μας, παραταχθήκαμε μπροστά από το ηρωικό μνημείο της Γραβιάς για να αποθανατίσουμε την στιγμή.

Δυστυχώς το μνημείο ήταν κλειστό, θύμα κι αυτό της οικονομικής κρίσης που πλήττει τους Δήμους και δεν υπήρχε προσωπικό για την ξενάγηση.

Κρίμα..

Ο ήλιος πλέον είναι καταμεσής του γαλανού ουρανού και η κοιλιακή χώρα σήμανε συναγερμό για τον δικό της ανεφοδιασμό!

Οι γνώμες πολλές και διάφορες για το μέρος που θα ξεκουράζονταν οι καλές μας και θα καλύπταμε τις γαστρονομικές μας ανάγκες. Αφήνουμε πίσω μας τη Γραβιά και παίρνουμε το δρόμο προς την Άμφισσα.

Περίπου στα 4 χλμ. συναντούμε πινακίδα που μας πληροφορεί ότι αν στρίψουμε αριστερά θα οδηγηθούμε σε ακόμη 4 χλμ. στον “προστατευόμενο αξιόλογο οικισμό” της Βάργιανης. Έναν οικισμό που βρίσκεται στο νομό Φωκίδας σε υψόμετρο 890 μέτρων και με πληθυσμό 83 κατοίκους.

Το χωριό είναι γνωστό από την μεγάλη μάχη (14 Σεπτεμβρίου 1824) που έληξε με νίκη των Ελλήνων και συντριβή των Τούρκων. Ανέδειξε τους ανδρείους αγωνιστές του 1821 Καπετάν Λιάπη και Νίκο Μπαλαούρα, ενώ 20 Βαργιανίτες πήραν μέρος στην Άλωση του Κάστρου των Σαλώνων. Γιορτάζει στις 26 Ιουλίου, της Αγία Παρασκευής στον ομώνυμο καθεδρικό ναό. Σήμερα αποτελεί παραδοσιακό οικισμό με πέτρινες κατασκευές.

Ο δρόμος ανηφορικός γεμάτος στροφές αλλά το χωριό όσο και να ανεβαίναμε δεν φαινόταν πουθενά!

Μία η κούραση, μία η ζέστη, ο ανήφορος μας φαίνονταν ατελείωτος κι εκεί που η απογοήτευση είχε πάρει την θέση της, ένα υπέροχο αμφιθεατρικό χωριό με πέτρινους οικισμούς, γεμάτο έλατα, πλατάνια, καρυδιές κι άφθονα τρεχούμενα νερά, μας αποζημίωσε ταμάλα!!!!

Η Ταβέρνα του Ζέρβα στην κεντρική πλατεία μας φιλοξένησε για να καλύψουμε τις γαστρικές μας διαμαρτυρίες!

Το τραπέζι γέμισε με πιατέλες κρεάτων, χόρτων του βουνού, ανάμικτων σαλατικών, αληθινών τηγανιτών πατατιών, χωρίς φυσικά να λείπει το ελληνικότατο γιαουρτοσκόδιον κοινώς τζατζίκι!

Την παράσταση την έκλεψε το γευστικότατο χωριάτικο λουκάνικο που οι παραγγελίες σταμάτησαν μόνο, όταν τελείωσαν οι ποσότητες που είχε το μαγαζί!!!

Το στραγγιστό πλήρες χωριάτικο γιαούρτι με το χειροποίητο γλυκό κουταλιού πορτοκάλι μας βοήθησε να συνέλθουμε από την μεσημεριανή κραιπάλη φαγητού για να μπορέσουμε να κουμπώσουμε τα μπουφάν μας και τα κράνη μας για να συνεχίσουμε προς τον τελευταίο μας προορισμό για καφεδάκι.

Ο Μπράλος έγινε πάλι οδηγός μας , με τις απότομες στροφές του αλλά τις γεμάτες δέντρα πλαγιές του, πηγαίνοντας μας στην Αμφίκλεια, παίρνοντας μετά την Εθνική οδό Λειβαδιάς- Λαμίας.

Η ιστορική κωμόπολη της Αμφίκλειας απολαμβάνει τα τελευταία χρόνια το μεγάλο της γεωγραφικό ατού: απέχει 2,5 ώρες από την Αθήνα, είναι χτισμένη στους βορειοανατολικούς πρόποδες του Παρνασσού και βρίσκεται μόλις 17 χλμ. μακριά από το δημοφιλέστερο χιονοδρομικό κέντρο της Ελλάδας.

Σε αντίθεση με τους κοσμικούς ρυθμούς της Αράχοβας, η Αμφίκλεια αποτελεί τη βάση των low profile και φυσιολατρών χειμερινών επισκεπτών του Παρνασσού διατηρώντας ανέπαφο το αυθεντικό της χρώμα.

Ο παραδοσιακός της οικισμός με τα πέτρινα σπίτια και τα γραφικά πλακόστρωτα σοκάκια, τα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής αρχοντικά, οι πολύ καλά διατηρημένες πετρόχτιστες βρύσες –όπως αυτή της Χορευταριάς–, οι όμορφες εκκλησίες και πλατείες αλλά και οι σοφιστικέ ξενώνες και τα ταβερνάκια με τις τοπικές νοστιμιές ( πίτες, προβατίνα φιλέτο, τηγανόψωμο, τηγανιά και μάσκουρι –ντόπια σπεσιαλιτέ με γιαούρτι και φέτα ), κάνουν ολοένα και περισσότερους Αθηναίους να την επιλέγουν ως ήρεμο, ρομαντικό, οικογενειακό, ακόμα και παρεΐστικο προορισμό όλες τις εποχές του χρόνου.

Εμείς το επιλέξαμε για να απολαύσουμε το παγωτό και τον καφέ μας. Τα πειράγματα με τον σερβιτόρο δεν είχαν τελειωμό και η συζήτηση εστιάστηκε για το που θα πάμε στην επόμενη εξόρμησή μας

Ο ήλιος αποφάσισε πια να ξεκουραστεί και μας θύμισε, με το υπέροχο πορτοκαλοκίτρινο χρώμα του καθώς κρυβόταν πίσω από τα βουνά, ότι έπρεπε κι εμείς να πάρουμε το δρόμο της επιστροφής…

Από την εθνική οδό Λειβαδιάς- Λαμίας και στην συνεχεια την παλαιά Εθνική Λειβαδιάς – Θηβών όπου υπήρχε αρκετή κίνηση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και περνώντας από πολλά διάφορα μικρά και μεγάλα χωριά λίγο πριν φτάσουμε Αθήνα, σταματήσαμε για τον τελευταίο ανεφοδιασμό, αποχαιρετιστήκαμε ζεστά, λέγοντας πόσο όμορφα περάσαμε, δίνοντας ραντεβού για τον επόμενο προορισμό μας…